- τριηραύλης
- ὁ, Ααυλητής που έδινε στους κωπηλάτες τών τριήρων τον ρυθμό και τον χρόνο τής κωπηλασίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < τριήρης + -αύλης (< αὐλός), πρβλ. καλαμ-αύλης].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τριηραύλης — flute player who gave the time to the rowers in the trireme masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριηραύλαις — τριηραύλης flute player who gave the time to the rowers in the trireme masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριηραύλην — τριηραύλης flute player who gave the time to the rowers in the trireme masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Триера — (τριήρης) у древних греков трехгребное судно, на котором гребцы располагались в три яруса. Гребцы размещались у обоих бортов Т.; сидевшие в первом, верхнем ярусе назывались франитами (θρανϊται). Немного ниже сидели зевгиты (ζευγιται), еще ниже… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона